Η ελευθερία του λόγου και η ανωτερότητα του Ισλάμ
Ο δυτικός κόσμος, στο τέλος του 20ου αιώνα, είχε αφομοιώσει πολλές βασικές αρχές του Διαφωτισμού, την ελευθερία του λόγου και τις έκφρασης, και οι κοινωνίες στηρίζονταν σε τέτοιας ποιότητας θεμέλια ώστε να επιτρέπεται, ως γενική θέση, η παρουσία και η επίδραση των Μ.Μ.Ε., η ανεξιθρησκία και ο σεβασμός των πιστεύω των πολιτών σε κοινωνικό επίπεδο. Φυσικά, δεν προτίθεται κανείς να υποστηρίξει ότι οι δημοκρατικές αξίες και αλληλεπιδράσεις λειτουργούν στο ύψιστο ηθικό επίπεδο ή ότι οι κοινωνίες της Δύσης έχουν τη μόρφωση, την παιδεία και το απαραίτητο κριτήριο για την λήψη και υιοθέτησης ορθών αποφάσεων και πρακτικών. Το αντίθετο, μάλιστα, συμβαίνει πολύ συχνά. Εκείνο, όμως, που αποτελεί το χαρακτηριστικό φαινόμενο και, ταυτόχρονα, το πιο δυνατό, είναι ότι ο πολίτης των κοινωνιών αυτών, καθημερινά, θέτει την κρίση του, τα θρησκευτικά πιστεύω του, τις προκαταλήψεις του, τα προσωπικά του βιώματα, τη φιλοσοφία ζωής του, την πολιτική και κοινωνική θεωρία του, την ίδια την κουλτούρα του σε διαρκή έλεγχο και αξιολόγηση, βάσει των νέων κοινωνικών, οικονομικών, πολιτικών και τεχνολογικών εξελίξεων.
Στον αντίθετο πόλο βρίσκεται η κοινωνία του Ισλάμ-όχι η θρησκεία του Ισλάμ διότι η τελευταία αντιμετωπίζεται όπως και κάθε άλλη θρησκεία. Όσοι έχουν την τύχη να γνωρίσουν νέους μουσουλμάνους, συνήθως φοιτητές στο Ηνωμένο Βασίλειο ή απογόνους μεταναστών από τις πρώην αποικίες των κρατών της Ευρώπης, γρήγορα διαπιστώνουν ότι, παρά την επιστημονική τους κατάρτιση, η θρησκεία του Ισλάμ αποτελεί τον αλάνθαστο οδηγό ζωής που απαιτεί και λαμβάνει από μέρους τους πλήρη προσήλωση στις διδαχές, στις παραδοχές και στις πρακτικές του και αξιώνει έναν διαρκή αγώνα υπενθύμισης, τόνωσης και διάδοσης της θεωρούμενης ανωτερότητάς της απέναντι στις δυτικές θρησκείες. Είναι τέτοιος ο βαθμός υπακοής ώστε οι επιταγές των ηγετών, με τον μανδύα της απαίτησης της θρησκείας, να αποτελούν όραμα ζωής για τους πιστούς δημιουργώντας, έτσι, ένα σοφιστικέ φονταμενταλισμό, ο οποίος έχει επιστρατευτεί από επίσημες κυβερνήσεις, τρομοκράτες ή θρησκευτικούς ηγέτες. Η ιστορία φιλοξενεί περιπτώσεις που καταδεικνύουν το εύθικτο της θρησκείας και την έμπνευση «παρεμβάσεων» τρομοκρατικού χαρακτήρα με σημαντικότερες στιγμές την περίπτωση Μπιν Λάντεν, την θανατική καταδίκη (fatwa) του Σαλμάν Ρουσντί με τους «Σατανικούς Στίχους» και, πρόσφατα, την οργή απέναντι στη δημοσίευση σκίτσων με κεντρικό ήρωα των Μωάμεθ.
Στις 30 Σεπτεμβρίου, η δανέζικη εφημερίδα Jyllands-Posten δημοσίευσε 12 σκίτσα που παρουσίαζαν τον προφήτη Μωάμεθ. Το γεγονός αυτό προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών από πολλούς μουσουλμάνους ενώ οι δύο σκιτσογράφοι αναγκάστηκαν να κρύβονται μετά από απειλές που δέχτηκαν κατά της ζωής τους. Το θέμα εξελίχθηκε σε ζήτημα παγκόσμιας εμβέλειας όταν πληθώρα ισλαμιστικών οργανώσεων απαίτησαν από την κυβέρνηση της Δανίας να απολογηθεί και να επιβάλει κυρώσεις στην εφημερίδα. Ο δανός πρωθυπουργός Anders Fogh Rasmussen αρνήθηκε υπερασπιζόμενος την ελευθερία του τύπου και την ελευθερία του λόγου και δήλωσε πως αν κάποιες νομικές ενέργειες είναι δυνατές, δεν μπορούν να ληφθούν από την κυβέρνηση παρά μόνο από τις δικαστικές αρχές.
Φυσικά, ο δυτικός κόσμος δεν μπόρεσε να μην υποκύψει και να μην υποκλιθεί στις αξιώσεις των μουσουλμάνων, με το Συμβούλιο της Ευρώπης και τα Ηνωμένα Έθνη να επικρίνουν την κυβέρνηση της Δανίας και, έτσι, να δίνει τροφή στον μουσουλμανικό κόσμο να αξιώνει την ανωτερότητα και την αποδοχή των θέσεων του, χρησιμοποιώντας κάθε μέσο όσο βίαιο και κατευθυνόμενο κι αν είναι.
**Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το θέμα των σκίτσων, επισκεφθείτε τη διεύθυνση: http://www.supportdenmark.com