Άλλη μια επιχείρηση έκλεισε…
Όλες οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών έχουν αντιληφθεί την αναγκαιότητα της επιχειρηματικότητας και τον σημαντικό ρόλο της μικρομεσαίας επιχείρησης (Μ.Μ.Ε.). Όλοι οι αρμόδιοι υπουργοί, οι της απασχόλησης, της οικονομίας, της ανταγωνιστικότητας, της παιδείας, το ίδιο αυτό διάστημα δεν έχαναν ευκαιρία να δηλώνουν με στόμφο, σε κάθε μικρόφωνο, σε κάθε παράθυρο, ότι προωθούν τομές και αλλαγές προς την μεταμόρφωση του επιχειρηματικού ακανθώδους «αγρού» της ελληνικής επιχειρηματικότητας σε εύφορο και ελκυστικό χωράφι. Όλοι οι πολιτικοί και τα εμπλεκόμενα συνδικαλιστικά όργανα, τουλάχιστον θεωρητικά, συμφωνούν ως προς το πρόβλημα αλλά όταν προτείνονται λύσεις υπάρχει μιας διαρκής διαφωνία, μια στάση «αντί», μια πολεμική που δεν πείθει ως προς την ουσία της αλλά δρέπει τα μέγιστα ως προς τις εντυπώσεις.
Όλοι οι εμπλεκόμενοι στις σχετικές συζητήσεις παρουσιάζουν διαρκώς νούμερα σχετικά με τις επιχειρήσεις που κλείνουν και τους υπαλλήλους που απολύονται και, κάποιες φορές, νούμερα σχετικά με τις νέες επιχειρήσεις και την ποιότητά τους. Η ασυμμετρία αυτή είναι ιδιαίτερα αγαπητή στα τηλεοπτικά παράθυρα όπου η προβολή της αποτυχίας-κλείσιμο κάποιας επιχείρησης και της απόλυσης των εργαζομένων ισοδυναμεί με ακόμη ένα φλέγων θέμα για το βραδινό δελτίο, ισοδυναμεί με ακόμη ένα ακόμη όπλο στη μάχη της τηλεθέασης.
Δεν θα πρέπει να εκπλήσσει το γεγονός ότι εταιρίες κάθε μεγέθους κλείνουν. Είναι σημαντικό να γίνει αποδεκτό στην κοσμοθεωρία των εργαζομένων και των εργοδοτών ότι στις οικονομίες αποκεντρωτικού τύπου, όπως ο καπιταλισμός, ιδιαίτερα σε περιόδους κάμψης όπως αυτή που διέρχεται η ελληνική οικονομία, το κλείσιμο επιχειρήσεων και η ίδρυση νέων αποτελεί την πιο φυσική διαδικασία τις αγοράς. Παλιές, παρωχημένες, μη αποδοτικές επιχειρηματικές προσπάθειες αποτυγχάνουν και νέες παίρνουν τη θέση τους, είτε αλλάζοντας αντικείμενο, είτε μορφή στην δομή και τις εγκαταστάσεις τους. Είναι η διαδικασία γένεσης-θανάτου και αναγέννησης τον σημαντικότερων οικονομικών μονάδων.
Η μελέτη του προβλήματος, λοιπόν, δεν θα πρέπει να εξαντληθεί στο γιατί κλείνουν οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα. Θα πρέπει να δει κανείς ποιες εταιρίες κλείνουν. Αν κλείνουν επιχειρήσεις παραδοσιακής δραστηριότητας (παραγωγή ρούχων, κλωστοϋφαντουργικές δραστηριότητες) ίσως να συνιστά πρόβλημα. Το κριτήριο για το αν αποτελεί απειλεί για την χώρα είναι τί είδους επιχειρήσεις ανοίγουν στη θέση τους. Και η αποτίμηση θα είναι θετική αν ανοίγουν εταιρίες υψηλής τεχνολογίας και υψηλής ειδίκευσης. Δυστυχώς, αυτό δεν συμβαίνει στην Ελλάδα. Σε στρατηγικό επίπεδο, όταν η ελληνική οικονομία δεν ράβει ρούχα ή γούνες αλλά βρίσκεται σε προβληματική τροχιά παρά μόνο όταν δεν φιλοξενούνται εταιρίες πληροφορικής, ερευνητικά κέντρα, εργοστάσια υψηλής τεχνολογίας, κεντρικά γραφεία χρηματοοικονομικών, εκπαιδευτικών και δικτυακών εταιριών, όπως συμβαίνει στην Ιρλανδία, η οποία φιλοξενεί το τελευταίας τεχνολογίας εργοστάσιο της Intel και στην Ινδία, η οποία φιλοξενεί τα κεντρικά γραφεία του City Group.
Επιπλέον, σημαντικό ρόλο παίζει και η συμπεριφορά των πολιτών απέναντι σ’ αυτές τις καταστάσεις. Όταν η κοινωνική συνείδηση αντιμετωπίζει το πρόβλημα της μεταφοράς ή του κλεισίματος εργοστασίων ή επιχειρήσεων, προβάλλει τους απολυμένους εργαζομένους και, μάλιστα, τους παρακινεί σε δυναμικές κινητοποιήσεις, οι οποίες στοχεύουν τον ιδιοκτήτη για την επιλογή του. Μάλιστα, η οργή τους είναι τόσο έντονη ώστε οι επιθέσεις καταλήγουν να απευθύνονται σε προσωπικό επίπεδο, με λεξιλόγιο που βρίσκει δικαιολογία στον «ψυχικό βρασμό» και την απόγνωση, και είναι γεμάτες από αξιώσεις που μετονομάζονται σε δικαιώματα.
Αντί να βάλλουν εναντίον των εργοδοτών, χωρίς να υποστηρίζει κανείς ότι κάθε ένας από αυτούς έχει τις αγαθότερες και ειλικρινέστερες προθέσεις και χωρίς να είναι ανάλγητος απέναντι στην απώλεια εισοδήματος, είναι πιο παραγωγικό να στρέψουν την «μήνιν» τους στις άτολμες πολιτικές επιλογές των τελευταίων 15 ετών που, με την ψηφοθηρική συμπεριφορά και το πατερναλιστικό συνδικαλιστικό ντάντεμα, δημιούργησαν ένα περιβάλλον όπου απουσιάζει η ευελιξία στην εύρεση εργασίας, στην δημιουργία επιχείρησης, στο κλείσιμό της και την επανίδρυση νέων, στην ανάληψη ρίσκου, στην νέα προσπάθεια και, αντ’ αυτών, έχει ανάγει σε κοινωνική αξία και ευφυή συμπεριφορά, υποστηριζόμενη από το ελληνικό ταπεραμέντο, την βόλεψη, την απροσδιοριστία αντικειμένου, το σταθερό νομιμοφανές «μηνιάτικο» συνοδευόμενο, πάντα, από έναν πακτωλό «μαύρου» εισοδήματος.