4% του προϋπολογισμού;
Πριν από μερικές εβδομάδες ο ελληνικός στρατός κάλεσε έναν μεγάλο αριθμό επιστράτων που ανήκουν στις μονάδες της Δυτικής Μακεδονίας σε άσκηση με σκοπό να τους εκπαιδεύσει στις νέες τεχνολογικές και μη εξελίξεις που με επιτυχία, σύμφωνα με τις δηλώσεις των υπευθύνων, έχει αφομοιώσει κατά την περίοδο των τελευταίων δυο χρόνων. Όσοι κλήθηκαν να παρουσιαστούν διαπίστωσαν, σε πολλαπλό επίπεδο, ότι οι επιτελείς που χειρίζονται τις οργανωτικές και επιχειρησιακές δομές του στρατού ξηράς διατηρούν «απόσταση ασφαλείας» από την πραγματική κατάσταση που επικρατεί στις μονάδες πρώτης γραμμής, δηλαδή σε εκείνες τις μονάδες που αντιμετωπίζουν την καθημερινότητα της απαίτησης επιχειρησιακής ετοιμότητας.
Η αναδιοργάνωση του στρατού αποτελεί ένα εγχείρημα που διαρκεί περισσότερο από πέντε χρόνια. Πληθώρα επιτελικών στελεχών έχουν εμπλακεί και καταθέσει προτάσεις για την αναβάθμιση του στρατού σε σύγχρονη δύναμη ασφάλειας αλλά το μόνο που έχουν καταφέρει, και μάλιστα με αξιοσημείωτη επιτυχία, είναι να αναδιοργανώνουν, σχεδόν αέναα, την προηγούμενη αναδιοργάνωση προκαλώντας τόσο σύγχυση στα στελέχη των ενεργών μονάδων όσο και πρωτοφανή σπατάλη πόρων. Αυτό είναι αποτέλεσμα της πιο συνηθισμένης ιδιότητας του ελληνικού ταπεραμέντου: της παντελούς απουσίας στρατηγικού σχεδιασμού. Απόδειξη αυτού αποτελεί η απαίτηση από μονάδες που βρίσκονται σε ανενεργή κατάσταση να υλοποιήσουν σχέδιο μετεγκατάστασης πολλών δεκάδων χιλιομέτρων χωρίς να διαθέτουν εξοπλισμό, στελέχη ή να έχουν χαρτογραφήσει τους χώρους εγκατάστασης.
Οι μονάδες, λοιπόν, βγήκαν σε άσκηση, στήσαν τις σκηνές, τα αναγκαία μηχανήματα, προσπάθησαν να συντονίσουν τους επίστρατους και ανακοίνωσαν από την πρώτη, κιόλας, ημέρα το πρόγραμμα εκπαίδευσης του προσωπικού που περιελάμβανε βολές και εκπαίδευση στα σχετικά αντικείμενα του κάθε όπλου. Η πρόθεση και η δέσμευση του μόνιμου προσωπικού ήταν κάτι που δήλωναν σε υπερθετικό βαθμό. Η πραγματικότητα, όμως, τους διέψευσε, χωρίς, ωστόσο, να ευθύνονται οι ίδιοι αποκλειστικά. Η οργάνωση για την εκτέλεση των βολών απουσίαζε, οι επίστρατοι περίμεναν ώρες μέσα στο κρύο και, σε κάποιες περιπτώσεις, μέσα στη νύχτα μέχρι να εμφανιστεί κάποιος αποφασισμένος να λήξει της παρωδία της εκπαιδευτικής βολής. Στη συνέχεια, η αναμονή ήταν το αναγκαίο τίμημα για την αποχώρηση από το πεδίο βολής.
Στο εκπαιδευτικό κομμάτι της άσκησης, η σκηνή του θεάτρου δεν ήταν πολύ διαφορετική. Βαρύγδουπες ανακοινώσεις για το περιεχόμενο της εκπαίδευσης, σημαντική η δέσμευση της υπηρεσίας για την πραγμάτωσή της, κενό περιεχομένου η διαδικασία. Οι μόνιμοι αξιωματικοί, οι επιφορτισμένοι με το έργο της υλοποίησης, προσπάθησαν να κρατήσουν τα προσχήματα του «φαίνεσθαι» της εκπαίδευσης αλλά, κυριολεκτικά, «λογάριασαν χωρίς τον ξενοδόχο». Στην περίπτωση αυτή ο ξενοδόχος ήταν ο Αρχηγός Γ.Ε.Σ., ο οποίος επισκέφθηκε τον χώρο της άσκησης και, σε μια έκφραση αυταρέσκειας και αλαζονείας, απαίτησε οι επίστρατοι να συνταχθούν σε άγημα και να δείξουν τις ικανότητές τους στις οπλασκήσεις. Είναι αντιληπτό ότι, στο άκουσμα αυτής της απαίτησης, ο προγραμματισμός σχετικά με την εκπαίδευση διαγράφηκε αυτόματα διότι, όπως δήλωσε ανώτερος, «με την εκπαίδευση θα ασχοληθούμε τώρα, εδώ έχουμε το άγημα».
Ο Α.Γ.Ε.Σ. πήγε στον χώρο, επιθεώρησε τον σχηματισμό, και δήλωσε, επιβεβαιώνοντας την υποκρισία, τον παραλογισμό και τον θεατρινισμό που διατρέχει τον ελληνικό στρατό, ότι η ανώτερη διοίκηση έχει ως αποστολής της τον οργανωμένο, συστηματικό και μεθοδικό στρατό. Πώς μπορεί κανείς να εμπιστευθεί τα λόγια αυτά όταν γνωρίζει ότι και ο Α.Γ.Ε.Σ. είναι δημιούργημα του ίδιου μηχανισμού που τον ανάγκασε να προσποιηθεί την ετοιμότητα των μονάδων του σε παρελθόντες επιθεωρήσεις, όταν αυτός ήταν διοικητής και δημιουργούσε «πληρότητα» με δανεικά υλικά και μεθόδους που κρύβουν την σκόνη κάτω από το χαλί;
Δεν μπορεί, φυσικά, κανείς να παραγνωρίσει το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της άσκησης οι υπαξιωματικοί δούλεψαν πολύ σκληρά, λόγω έλλειψης δυναμικού και πληθώρας εργασιών (στήσιμο σκηνών, λειτουργία μαγειρείων, προμήθεια εφοδίων), όπως δεν μπορεί να αγνοήσει την ελαφρότητα με την οποία οι επιτελείς των κεντρικών υπηρεσιών του στρατού αποφάσισαν να βγάλουν σε άσκηση μονάδες που, σύμφωνα με το σχέδιο αναδιοργάνωσης, ήταν στην τελική φάση της απενεργοποίησής τους αναγκάζοντας τους διοικητές τους να αναλάβουν την ευθύνη 150 ανθρώπων που περνούσαν τα βράδια τους στο βουνό, στο κρύο και την υγρασία, κάτω από μη ελεγχόμενες συνθήκες διαβίωσης, υγιεινής και περίθαλψης. Και, φυσικά, δεν μπορεί να αγνοήσει κανείς ότι η υποστήριξη όλης αυτής της χρεοκοπημένης κατάστασης απορροφά περίπου το 4% του κρατικού προϋπολογισμού.