Χτίζοντας ένα μικρό Star System στην νύχτα
Ακολουθεί υποθετική ιστορία:
Είναι εύκολο να φανταστεί κανείς μια επαρχιακή, καθόλου περιθωριοποιημένη αλλά, ελάχιστα, αναπτυγμένη, πόλη 80.000 κατοίκων. Είναι φυσικό οι νέοι, με την γενικότερη αντίληψη του όρου, να αναζητούν την διασκέδαση στην νυχτερινή ζωή της πόλης. Στην αναζήτηση αυτή απαντούν μια ντουζίνα από μαγαζιά-κυριολεκτικά, μια ντουζίνα. Ούτε περισσότερα, ούτε λιγότερα. Και για την διευκόλυνση του αναζητούντος κοινού, η κατανομή των μαγαζιών είναι απολύτως συμμετρική: αριστερά και δεξιά ενός μικρού δρόμου, μιας παρόδου. Μάλιστα, έχει γίνει τέτοιας στρατηγικής έκτασης σχεδίαση ώστε τα μαγαζιά να εξαντλούνται σε μπαράκια, σε μπαράκια και σε μπαράκια που τα πρωινά μπορούν να λειτουργούν ως καφέ και τα μεσάνυχτα να μεταμορφώνονται σε σκληροπυρηνικά κλαμπ. Από την μια αυτή η ομοιογένεια έχει την ευκολία του, από την άλλη έχει τους περιορισμούς του, ιδιαίτερα όταν η κατανομή αυτή διατηρείται με προκλητική συνέπεια για μερικές δεκαετίες.
Αυτό είναι το φυσικό τοπίο της νύχτας στην υποθετική πόλη της ιστορίας. Οι χώροι αυτοί «στελεχώνονται» με προσωπικό, το οποίο, λόγω των περιοριστικών, εξ’ορισμού, συνθηκών της πόλης, γαλουχούνται, αναπτύσσονται και εξελίσσονται με τους ρυθμούς των ίδιων των μαγαζιών. Δηλαδή, πρακτικά, όπως σημειώθηκε πιο πάνω, εξελίσσονται με ρυθμούς ανταγωνιστικούς προς την ανάπτυξη της οικονομίας μιας πραγματικής χώρας στον κόσμου, της Νότιας Αφρικής. Η δική τους καριέρα χτίζεται γύρω από την εναλλαγή θέσεων: από την εργασία μέσα από το μπαρ, στην εργασία έξω από το μπαρ, στη συνέχεια μια στάση στο πόστο της μάρκας, από εκεί προώθηση στην πόρτα ή στην glamour θέση του «σεκιουριτά», με τα πιο trendy high-tech ασύρματα ακουστικά ενδοεπικοινωνίας και ένα μικρό κομπολογάκι να συμπληρώνει την εικόνα. Από μια πραγματιστική οπτική, δεν πρόκειται για κάτι παράλογο. Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά της εργασίας στην νύχτα με τους υποθετικούς ρυθμούς και την υποθετική φιλοσοφία της υποθετικής πόλης της ιστορίας.
Μέχρι τώρα περιγράφηκε το τμήμα της προσφοράς στην νύχτα. Υπάρχει, φυσικά, και το κομμάτι της ζήτησης: το κοινό, οι πελάτες. Άντρες και γυναίκες μπαινοβγαίνουν στα μαγαζάκια της παρόδου και δίνουν ζωή. Μπορεί κανείς να χτίσει το κοινό του υποθετικού night-life σε δυο επίπεδα: σ’ αυτό που αποτελείται από ανθρώπους «τυπικούς» ως προς την συμμετοχή τους στον κύκλο των μαγαζιών, δηλαδή αυτούς που ουσιαστικά συντηρούν τα μαγαζιά, και σ’ εκείνο που συγκροτείται από την elite της νύχτας. Σ’ αυτό ανήκουν οι barmen, οι πρώην barmen που διαπιστώνουν ότι πρέπει να κάνουν μια κανονική δουλειά (στην υποθετική πόλη και κοινωνία θα μπορούσε να ταυτιστεί η κανονική δουλειά με μια δουλειά της ημέρας), οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες των μαγαζιών, οι νυν, πρώην και ευκτέες κοπέλες, ερωμένες και φίλες όλων των προηγούμενων «επαγγελματιών». Εκείνο που θα μπορούσε να διαφοροποιήσει την elite από το «προλεταριάτο», τους «τυπικούς» ανθρώπους είναι η, από την μεριά της πρώτης κατηγορίας, επιθυμία τους και αναγκαιότητα να αυτοαναπαράγονται και να διατηρούν έντονους φραγμούς εισόδου-για να γίνεις σαν εμάς θα πρέπει να είσαι πότης και γλεντζές μέχρι τελικής πτώσης, θα πρέπει να έχεις μια «πολύ εντάξει, φιλαράκι, δεν τρέχει τίποτα» συμπεριφορά και, το βασικό όλων, θα πρέπει να έχεις κυκλοφορήσει, για τους άντρες, τουλάχιστον μια φορά στην καριέρα σου ως εραστής μια κοπέλα ανταγωνίσιμη της Παπαρίζου και της Αδάμ και, για τις γυναίκες, θα πρέπει να δικαιώνεις διαρκώς και εντόνως την ιδιότητά σου ως αντικείμενο του πόθου…πάντα, όμως, με προσωπικότητα. Λάθη δεν γίνονται ανεκτά: βγάλε στραβά το φρύδι σου ή κάνε λάθος στην ανταύγεια και οι βάσεις σου στην elite θα νιώσουν έντονους τριγμούς.
Οι προλετάριοι θα μπορούσαν να έχουν τα δικά τους χαρακτηριστικά. Κάθε έξοδος θα μπορούσε να αποτελεί μια νέα πρόκληση για να γαμπρίσουν, να «γράψουν λίγα ακόμη χιλιόμετρα» στον αγώνα για την καταξίωση και την άνοδό τους στην elite-έστω στον προθάλαμο- μήπως και τους κοιτάξει κάποια από την κοπέλες «της άλλης μεριάς». Γι’ αυτό τον σκοπό μπορούν να αναπτύξουν βλέμματα που κάθε φορά, κάθε στιγμή αναζητούν το διαφορετικό με το να «σκανάρουν» το μαγαζί…μέσα στα μαύρα σκοτάδια.
Έτσι, κάπως θα μπορούσε να συγκροτηθεί ένα μικρό σύστημα που παράγει και διατηρεί τις εξέχουσες προσωπικότητες και την «υποστηρικτική μάζα» τους. Έτσι θα μπορούσε να στηθεί ένα μικρό Star System, τόσο απαραίτητο για την επιβίωση των μαγαζιών της υποθετικής πόλης όσο και για την αέναη προσπάθεια της κοινωνίας της να βρει κουράγιο, να κάνει υπομονή, να κάνει όνειρα, να σταθεί δίπλα στα 80.000 οράματα των κατοίκων της.
Σημείωση: Οποιαδήποτε ομοιότητα με πραγματικές καταστάσεις, πρόσωπα και συνθήκες είναι τυχαία. Έχει γίνει κάθε προσπάθεια η πιο πάνω «υπόθεση εργασίας” να μη θίξει άτομα, μαγαζιά, κοινωνικές καταστάσεις.