Η ανεργία και οι εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση
Μια εβδομάδα μένει για τις εκλογές της τοπικής αυτοδιοίκησης και οι υποψήφιοι δήμαρχοι, οι περιφερειάρχες και οι σύμβουλοι μπαίνουν στην τελευταία και, για πολλούς και για πολλά, καθοριστική φάση της προεκλογικής τους διαδρομής. Παράλληλα, η ειδησιογραφία έντονη και πλούσια και τα μέσα ενημέρωσης, ιδιαίτερα τα ηλεκτρονικά και τα προσωπικά blogs, φιλοξενούν πολλές ενδιαφέρουσες αναλύσεις και προτάσεις για τον τρόπο ανάπτυξης του νέου Δήμου Κοζάνης και της Περιφέρειας. Αυτήν την περίοδο, όσο μου δίνεται η δυνατότητα, παρακαλουθώ τις δηλώσεις, τα σχόλια και τις απόψεις των υποψηφίων. Όλοι τους αναγνωρίζουν, πολύ σωστά, ότι ένα σημαντικό πρόβλημα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η νέα δημοτική αρχή, απ’ τη μια, και η περιφερειακή διοίκηση, από την άλλη, είναι η υψηλή ανεργία της περιοχής
Η αντίληψη που επικρατεί σε όλα τα προγράμματα σχετικά με τον τρόπο που μπορούν οι αυτοδιοικητικές αρχές να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της ανεργίας έχει δυο άξονες. Ο πρώτος βλέπει την άμβλυνση της τοπικής ανεργίας ως αποτέλεσμα της εκμετάλλευσης της παρουσίας της ΔΕΗ στην περιοχή. Οι επικεφαλής των συνδιασμών πιστεύουν ότι η ανεργία μπορεί να μειωθεί με την πρόσληψη, έστω και εποχιακής, προσωπικού στη ΔΕΗ, με την ενίσχυση των περιφερειακών της ΔΕΗ επιχειρήσεων, όπως γράφουν στα προγράμματά τους, και, υποθέτω, με προσλήψεις στις διοικητικές υπηρεσίες του Δήμου και της Περιφέρειας. Αυτήν η αντίληψη είναι βαθιά καθεστωτική, συντηρεί την χρεωκοπημένη και, πλέον, επικίνδυνη θέση των οφελημιστικών συναλλαγών με το δημόσιο, αποβλέπει, καθαρά, στο χάιδεμα των ψηφοφόρων με την απατηλή ελπίδα του «βολέματος», αναπόφευκτα, γεννά οικονομικά βάρη για τους δημότες και το σημαντικότερο από όλα είναι ότι υποβοηθά, στο μυαλό της σημερινής, εργασιακά ενεργής γενιάς, την ανάλωση της προσδοκίας ότι το κράτος –στο ρόλο του εργοδότη- μπορεί να δώσει λύση στο εργασιακό πρόβλημα. Ακόμη και η αναφορά που επιχειρείται στην ανάπτυξη του τουρισμού γίνεται με τη σκέψη ότι ο δήμος ή η περιφέρεια θα ενισχύσει τις τουριστικές επιχειρήσεις μέσω επιδοτήσεων και δράσεων υποστήριξης εργαζομένων. Πρόκειται, δηλαδή, για αντιμετώπιση της ανεργίας μέσω της κρατικής επιχειρηματικής κυριαρχίας και, κατ’ επέκταση, και, δυστυχώς, αναπόφευκτα, με την οικονομική επιβάρυνση των πολιτών.
Ένα ερώτημα που προκύπτει στο σημείο αυτό είναι αν οι δήμοι και οι περιφέρειες θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην επίλυση ή αντιμετώπιση της ανεργίας διαφορετικά. Η απάντηση εξαρτάται από τον τρόπο που αντιλαμβάνεται κανείς το ρόλο της τοπικής αυτοδιοίκησης. Αν ο ρόλος αυτός σημαίνει ότι οι αρχές πρέπει να δώσουν άμεσες λύσεις τότε οδηγούμαστε στις πρακτικές που έχουμε σήμερα-και, φυσικά, στα αποτελέσματα. Περιορισμένες επιλογές εργασίας, αναιμική τοπική αγορά με φαινόμενα ξενοφοβίας και εσωστρέφιας, τοπικούς εμπορικούς συλλόγους πανικόβλητους, υψηλά δημοτικά τέλη, απουσία ανταποδοτικότητας σε κοινωνικό επίπεδο, μοναδική διέξοδος η ενοικίαση γκαρσονιέρας σε φοιτητές, τα fast food, η ΔΕΗ, οι εποχιακές συμβάσεις, το όνειρο της μονιμοποίησης, η Δημοτική Αστυνομία και τα δημοτικά έργα. Αν, όμως, ο ρόλος αυτών των αρχών είναι να δημιουργήσουν, να ελέγξουν και να συντηρήσουν εκείνες τις συνθήκες ώστε νέες, ιδιωτικές επιχειρήσεις να βρούν φιλόξενο περιβάλλον και οι πολίτες να είναι σε θέση να κινήσουν την αγορά τότε η αντιμετώπιση της ανεργίας μπαίνει σε τροχία ανεξάρτητη από την οικονομική ή διοικητική δύναμη των τοπικών αρχών. Σε γενικές γραμμές, κινήσεις προς την κατεύθυνση αυτή είναι η μείωση, για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις, των ανεξέλεγκτων δημοτικών τελών, η ύπαρξη ευνοϊκών όρων εγκατάστασης επιχειρήσεων σε σχέση με την ενοικίαση γης και ακινήτων και την χρήση υποδομών, ο συντονισμός των δημοτικών έργων για τη μικρότερη ενόχληση των επιχειρήσεων, οι πληρωμές οφειλών των δημοτικών υπηρεσιών στους προμηθευτές σε εύλογο χρονικό διάστημα, η μείωση της γραφειοκρατίας, η βελτίωση της εξυπηρέτησης του πολίτη, οι λειτουργικές δημόσιες υπηρεσίες, η δημιουργία δρόμων, parking, δικτύου συγκοινωνίας και επικοινωνίας.
Ο δεύτερος άξονας προσέγγισης του προβλήματος της ανεργίας στην περιοχή μας έχει να κάνει με τα αντικείμενα της επιχειρηματικότητας υποψήφια προς ανάπτυξη. Όλα τα προγράμματα μιλάνε για τον «ενεργειακό άξονα», δηλαδή για την αξιοποίηση της ΔΕΗ και πάλι, για την τουριστική ανάπτυξη, που την εκλαμβάνουν μόνο ως προώθηση των αρχαιολογικών χώρων και της Αποκριάς, και, όπως πολύ σθεναρά υποστηρίζουν και κάποιοι δημοσιογράφοι της τοπικής αρθρογραφίας, για την ανάπτυξη της γεωργίας και της κτηνοτροφίας της περιφέρειας και του νομού. Το τελευταίο αυτό σημείο μου προκαλεί τεράστια εντύπωση. Η περιοχή της Κοζάνης και, ιδιαίτερα, η πόλη, έχει να επιδείξει λίγες αλλά σημαντικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο χώρο της πληροφορικής, των νέων τεχνολογιών, της διαφήμισης, της δικτύωσης, των οικονομικών και εκπαιδευτικών υπηρεσιών με πελάτες και συνεργασίες σε ολόκληρη την Ελλάδα και, για κάποιες από αυτές, το πελατολόγιό τους επεκτείνεται και στο εξωτερικό. Επιπλέον, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός κατοίκων που έχουν σπουδάσει αντικείμενα σχετικά με αυτούς τους τομείς. Μου φαίνεται, τουλάχιστον, κοντόφθαλμο να σκέφτεται κάποιος ότι πρέπει να βασιστούμε στη γεωργία και την κτηνοτροφία ως μελλοντικό άξονα ανάπτυξης και, τουλάχιστον, ανησυχητικό να μην υπάρχει, στους υποψηφίους της τοπικής αυτοδιοίκησης, το όραμα και η φαντασία να δημιουργηθεί στην περιοχή μια επιχειρηματική εστία που να βασίζεται στη δύναμη του πνεύματος, στην τεχνολογία, στις ικανότητες που είναι σημαντικές στην επιχειρηματικότητα της «νέας εποχής», στην αξία, οικονομική και πρακτική, των άυλων «παραγωγικών πόρων», στη δυναμική και την κερδοφορία των υπηρεσιών.
Δεν υποστηρίζω ότι θα πρέπει να καταπνίξουμε τα γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα της περιοχής. Θεωρώ, όμως, ότι δε θα πρέπει να απορροφήσουν την πλειοψηφία των ενεργειών και πόρων των δημοτικών και περιφερειακών αρχών. Αντίθετα, οι ενέργειες των αρχών θα πρέπει να κινούνται και να εξαντλούνται προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας των γεωργών και των κτηνοτρόφων, σε ρεαλιστικό και εφικτό επίπεδο, και όχι στην οικονομική υποστήριξη των προϊόντων και της παραγωγής. Θα πρέπει να διδαχτεί αυτή η κατηγορία επαγγελματιών πώς ξεκινάει κανείς από την επιχειρηματικότητα και συναντά τη γεωργία και την κτηνοτροφία και όχι πώς ξεκινά από τη γη και το γάλα και συναντά τις επιδοτήσεις και τις τιμές πλαφόν. Κλείνοντας, δε με αφήνει αδιάφορο η πομφώδης και κατακλείδα δήλωση, στο πρόγραμμα υποψήφιου συνδιασμού, ότι «συγκριτικό μας πλεονέκτημα η γνωστή ικανότητα μας να εξασφαλίζουμε επιπλέον πόρους από ανταγωνιστικά χρηματοδοτικά μέσα». Παρ’ όλο που ο στόχος είναι να καθησυχάσει τους πολίτες, προσωπικά μου προκαλεί μεγάλη ανησυχία. Όπως έχει αποδείξει και η πορεία της χώρας τα τελευταία είκοσι χρόνια, όπως γνωρίζει πολύ καλά ο μέσος υπερ-δανειοδοτημένος πολίτης της χώρας, η εξεύρεση χρηματοδοτικών μέσων δεν είναι το δυσκολότερο κομμάτι. Εκείνο που έχει σημασία, τελικά, είναι οι ικανότητες διαχείρισης, η δημιουργία πλεονάσματος –οικονομικού ή μη-, η κάλυψη του κόστους «εξασφάλισης [πόρων]» και, φυσικά, η αποπληρωμή των «ανταγωνιστικών χρηματοδοτικών μέσων». Θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να γνωρίζουμε αν οι συνδιασμοί έχουν «γνωστές ή μη» ικανότητες στο σημείο αυτό.
Ευχαριστώ για τη φιλοξενία
Γιάννης Κουράκλης